Σημειώσεις ἀπὸ τὸ «Ὑπόγειο» (μέρος βʹ)

Ἀριστερά: Ὑπόγειο, τοῦ Φιόντορ Ντοστογιέφσκι, ἐκδ. Ἴνδικτος, ἐξώφυλλο. Δεξιά: Προσωπογραφία τοῦ Ντοστογιέφσκι ἀπὸ τὸν Βασίλι Περόφ (1872).

ΧΑ-ΧΑ-ΧΑ! Μά, ξέρετε, ἐπὶ τῆς οὐσίας, ἂν τὸ καλοσκεφτεῖτε, δὲν ὑπάρχει κὰν βούληση! – διακόπτετε χαχανίζοντας. Ἡ ἐπιστήμη στὶς μέρες μας ἔχει καταφέρει νὰ ἀνατάμει τόσο τὸν ἄνθρωπο, ποὺ τώρα πιὰ μᾶς εἶναι γνωστὸ ὅτι ἡ βούληση καὶ ἡ ἐπονομαζόμενη ἐλεύθερη βούληση δὲν εἶναι παρά…

Γιά σταθεῖτε, κύριοι, κι ἐγὼ ἔτσι ἤθελα νὰ ἀρχίσω. Παραδέχομαι ὅτι τρόμαξα κιόλας. Ἀκριβῶς τώρα ἤθελα νὰ φωνάξω ὅτι ἕνας Θεὸς ξέρει μόνο ἀπὸ τί ἐξαρτᾶται ἡ βούληση, κι εὐτυχῶς, θὰ ἔλεγα, ἀλλὰ θυμήθηκα τὴν ἐπιστήμη καί… μαζεύτηκα. Καὶ τότε ἀρχίσατε νὰ μιλᾶτε ἐσεῖς. Πράγματι, λοιπόν, ἂν τῷ ὄντι βροῦν κάποτε τὸν τύπο ὅλων τῶν ἐπιθυμιῶν μας καὶ τῶν παραξενιῶν μας, δηλαδὴ ἀπὸ τί ἐξαρτῶνται, ποιοὶ νόμοι τὰ προκαλοῦν, πῶς συγκεκριμένα διαδίδονται, πρὸς τὰ ποῦ, στὴ μιὰ ἢ στὴν ἄλλη περίπτωση, καὶ λοιπὰ καὶ λοιπά, δηλαδὴ τὸν ἀληθινὸ μαθηματικὸ τύπο – τότε, ξέρετε, ὁ ἄνθρωπος μᾶλλον θὰ πάψει ἀμέσως νὰ βούλεται, ἤ, γιὰ νὰ τὸ πῶ καλύτερα, σίγουρα θὰ πάψει. Ποιὸς θέλει νὰ βούλεται βάσει προγράμματος; Κι ὄχι μόνον αὐτό: θὰ μετατραπεῖ ἀμέσως ἀπὸ ἄνθρωπο σὲ πεῖρο ἁρμόνιου ἢ κάτι τέτοιο: διότι τί ἄλλο εἶναι ἕνας ἄνθρωπος χωρὶς ἐπιθυμίες, χωρὶς βούληση, χωρὶς προτιμήσεις, παρὰ ἕνας πεῖρος στὸν ἄξονα ἑνὸς ἁρμόνιου; Τί νομίζετε; Ἂς ὑπολογίσουμε τὶς πιθανότητες, μπορεῖ νὰ συμβεῖ αὐτὸ ἢ ὄχι;

Χμ… καταλήγετε ἐσεῖς οἱ βουλές μας στὸ μεγαλύτερο μέρος τους ἀποδεικνύονται λανθασμένες ἐξαιτίας τῆς λανθασμένης ἄποψης γιὰ τὰ ὀφέλη μας. Γι’ αὐτὸ κι ἐνίοτε ἐπιθυμοῦμε μιὰ καθαρὴ ἀνοησία, διότι στὴν ἀνοησία αὐτὴ βλέπουμε, λόγῳ βλακείας, τὸν εὐκολότερο δρόμο γιὰ τὴν ἐπίτευξη κάποιου ὑποτιθέμενου συμφέροντος. Ὅμως, ὅταν ὅλα αὐτὰ θὰ εἶναι ἀναλυμένα, ὑπολογισμένα στὸ χαρτί (πράγμα πολὺ πιθανόν, διότι εἶναι χαζὸ καὶ ἀπερίσκεπτο νὰ πιστεύει κανεὶς ἐκ τῶν προτέρων ὅτι δὲν θὰ ἀναγνωρίσει ἄλλους νόμους ἐκτὸς ἀπὸ τῆς φύσης), τότε, ἐξυπακούεται, δὲν θὰ ὑπάρχουν οἱ ἐπονομαζόμενες ἐπιθυμίες. Ἂν κάποτε ἡ ἐπιθυμία συνωμοτήσει ἀπολύτως μὲ τὴ λογική, τότε θὰ ἀρχίσουμε νὰ σκεφτόμαστε, καὶ νὰ μὴν ἐπιθυμοῦμε, οὐσιαστικὰ ἐπειδὴ δὲν γίνεται, γιὰ παράδειγμα, διατηρώντας τὴ λογικὴ νὰ ἐπιθυμοῦμε κουταμάρες, πηγαίνοντας ἔτσι ἐν γνώσει μας κόντρα στὴ λογικὴ καὶ ἐπιθυμώντας κάτι ποὺ εἶναι ἐπιζήμιο γιὰ μᾶς… Καθὼς ὅλες οἱ βουλὲς καὶ οἱ κρίσεις μποροῦν νὰ εἶναι πραγματικὰ ὑπολογισμένες διότι κάποτε θὰ ἀνακαλύψουν οἱ νόμοι τὴν ἐπονομαζόμενη ἐλεύθερη βούλησή μας, τότε, χωρὶς πλάκα, μπορεῖ νὰ φτιαχτεῖ κάτι σὰν κατάλογος, ἔτσι ποὺ στ’ ἀλήθεια νὰ ἐπιθυμοῦμε βάσει αὐτοῦ τοῦ καταλόγου. Ἂν κάποτε, γιὰ παράδειγμα, μοῦ καταλογίσουν καὶ μοῦ ἀποδείξουν ὅτι ἔκανα μὲ τὸ δάχτυλό μου μιὰ χειρονομία στὸν τάδε, ἀκριβῶς γιατὶ δὲν μποροῦσα νὰ μὴν τὴν κάνω καὶ ὁπωσδήποτε ὄφειλα νὰ τὴν κάνω μὲ ἕνα συγκεκριμένο δάχτυλο, τότε τί θὰ μοῦ μείνει ἐλεύθερο, ἰδίως ἂν εἶμαι ἕνας μορφωμένος κι ἔχω τελειώσει μιὰ σχολή; Τότε θὰ μπορῶ νὰ προγραμματίσω γιὰ τριάντα χρόνια μπροστὰ τὴ ζωή μου· ἐν ὀλίγοις, ἂν τὸ πετύχουμε αὐτό, δὲν θὰ ἔχουμε τίποτα ἄλλο νὰ κάνουμε· θὰ εἴμαστε ὑποχρεωμένοι νὰ τὸ δεχτοῦμε. Ἀλλὰ καὶ γενικῶς, ὀφείλουμε νὰ ἐπαναλαμβάνουμε ἀκούραστα μέσα μας, ὅτι ὁπωσδήποτε μιὰ ὁρισμένη στιγμὴ καὶ ὑπὸ ὁρισμένες συνθῆκες ἡ φύση δὲν μᾶς ρωτάει· ὅτι θὰ πρέπει νὰ τὴ δεχόμαστε ὅπως εἶναι, κι ὄχι ὅπως τὴ φανταζόμαστε, κι ἂν πράγματι τείνουμε πρὸς τὸν κατάλογο καὶ τὸ πρόγραμμα, ἔ, καί… ἔ, ἀκόμα κι ἂν μᾶς βάλουν στὸ ἐργαστήριο, τί νὰ γίνει, θὰ πρέπει νὰ ἀποδεχτοῦμε καὶ τὸ ἐργαστήριο! Ἀλλιῶς θὰ γίνει ἀποδεχτὸ καὶ χωρὶς ἐσᾶς…

Μάλιστα, ἀλλὰ ἐδῶ βρίσκεται γιὰ μένα τὸ θέμα! Κύριοι, συγχωρέστε με ποὺ τὸ ἔριξα στὴ φιλοσοφία· ἐδῶ μιλᾶμε γιὰ σαράντα χρόνια ὑπόγειο! Ἐπιτρέψτε μου νὰ ὑπερβάλω λίγο. Νὰ σᾶς πῶ κάτι; Ἡ λογική, κύριοι, εἶναι καλὸ πράγμα, ἀναμφίβολα, ἀλλὰ ἡ λογικὴ εἶναι ἁπλῶς λογικὴ καὶ ἱκανοποιεῖ μόνο τὴν κριτικὴ ἱκανότητα τοῦ ἀνθρώπου, ἐνῶ ἡ βούληση εἶναι ἐκδήλωση τοῦ συνόλου τῆς ζωῆς, δηλαδὴ τοῦ συνόλου τῆς ἀνθρώπινης ζωῆς, συμπεριλαμβανομένης καὶ τῆς λογικῆς καὶ ὅλων τῶν ἄλλων σαρακιῶν. Καὶ παρότι ἡ ζωή μας κατὰ τὴν ἐκδήλωσή της ἀποδεικνύεται ἐν μέρει χυδαία, εἶναι ὡστόσο ζωή, κι ὄχι μόνο ἡ εὕρεση μιᾶς τετραγωνικῆς ρίζας. Νά, ἐγώ, γιὰ παράδειγμα, ἐντελῶς φυσιολογικὰ θέλω νὰ ζήσω γιὰ νὰ ἱκανοποιήσω ὅλη τὴν ἱκανότητά μου γιὰ ζωή, κι ὄχι γιὰ νὰ ἱκανοποιήσω μόνο τὴν ἱκανότητά μου νὰ κρίνω λογικά, δηλαδὴ κάποιο ἕνα εἰκοστὸ τοῦ συνόλου τῆς ἱκανότητάς μου γιὰ ζωή. Τί ξέρει ἡ λογική; Ἡ λογικὴ ξέρει μόνο αὐτὸ ποὺ πρόλαβε νὰ γνωρίσει (ἄλλα, μᾶλλον, δὲν θὰ τὰ γνωρίσει ποτέ· αὐτό, δὲν εἶναι παρηγοριά, ἀλλὰ γιατί νὰ μὴν τὸ ποῦμε;), ἐνῶ ἡ ἀνθρώπινη φύση λειτουργεῖ καθ’ ὁλοκληρίαν, μὲ ὅλα ὅσα ὑπάρχουν μέσα της, συνειδητὰ ἢ ὑποσυνείδητα, καί, παρότι ψεύδεται, ζεῖ. Ὑποψιάζομαι, κύριοι, ὅτι μὲ κοιτᾶτε μὲ οἶκτο· μοῦ ἐπαναλαμβάνετε ὅτι δὲν μπορεῖ ἕνας μορφωμένος καὶ ἐξελιγμένος ἄνθρωπος, ἐν ὀλίγοις αὐτὸς ποὺ θὰ εἶναι ὁ μελλοντικὸς ἄνθρωπος, νὰ θέλει συνειδητὰ κάτι ποὺ δὲν εἶναι πρὸς τὸ ὄφελός του, ὅτι αὐτὸ εἶναι μαθηματικὰ ἀποδεδειγμένο. Συμφωνῶ ἀπολύτως, πράγματι αὐτὰ εἶναι μαθηματικά. Σᾶς ἐπαναλαμβάνω ὅμως γιὰ ἑκατοστὴ φορά, ὑπάρχει μία μόνο περίπτωση, μόνο μία, ποὺ ὁ ἄνθρωπος μπορεῖ ἐσκεμμένα, συνειδητά, νὰ θελήσει γιὰ τὸν ἑαυτό του ἀκόμα καὶ τὸ ἐπιζήμιο, τὸ βλακῶδες, ἀκόμα καὶ τὸ βλακωδέστατο καὶ συγκεκριμένα: νὰ ἔχει τὸ δικαίωμα νὰ ἐπιθυμήσει γιὰ τὸν ἑαυτό του ἀκόμα καὶ τὸ βλακωδέστατο καὶ νὰ μὴν εἶναι δεσμευμένος ἀπὸ τὴν ὑποχρέωση νὰ ἐπιθυμήσει γιὰ τὸν ἑαυτό του μόνο τὸ πιὸ ἔξυπνο. Μὰ ἀκριβῶς αὐτὸ τὸ βλακωδέστατο, αὐτὸ τὸ καπρίτσιο, στὴν πραγματικότητα, κύριοι, μπορεῖ νὰ εἶναι γιὰ τὸν φίλο μας τὸ πιὸ συμφέρον ὅλων ὅσα ὑπάρχουν στὴ γῆ, ἰδίως σὲ ὁρισμένες περιπτώσεις. Κυρίως μπορεῖ νὰ εἶναι ὠφελιμότερο ὅλων τῶν ὠφελημάτων ἀκόμα καὶ στὴν περίπτωση ποὺ μᾶς προκαλεῖ ἐμφανὲς βλάψιμο καὶ ἀντιβαίνει στὰ πιὸ ὑγιῆ συμπεράσματα τῆς λογικῆς μας γιὰ τὸ τί εἶναι ὄφελος, καθόσον, σὲ κάθε περίπτωση, διασώζει γιὰ μᾶς τὸ πιὸ βασικό, τὸ πιὸ πολύτιμο, δηλαδὴ τὴν προσωπικότητά μας καὶ τὴν ἀτομικότητά μας. Κάποιοι ὑποστηρίζουν ὅτι αὐτὸ εἶναι πράγματι τὸ πιὸ πολύτιμο γιὰ τὸν ἄνθρωπο· ἡ βούληση, φυσικά, μπορεῖ, ἂν θέλει, νὰ ταυτιστεῖ μὲ τὴ λογική, ἰδίως ἂν δὲν γίνει κατάχρηση καὶ χρησιμοποιηθεῖ μὲ μέτρο· αὐτὸ εἶναι ὠφέλιμο καὶ ἐνίοτε ἀξιέπαινο. Ἀλλὰ πολὺ συχνά, καὶ μάλιστα κατὰ τὸ πλεῖστον, ἡ βούληση διαφωνεῖ μὲ τὴ λογικὴ ἀπολύτως καὶ ἀνένδοτα καί… καί… καί, ξέρετε ὅτι κι αὐτὸ εἶναι ὠφέλιμο καὶ μάλιστα καμιὰ φορὰ πολὺ ἀξιέπαινο; Κύριοι, ἂς ὑποθέσουμε ὅτι ὁ ἄνθρωπος δὲν εἶναι βλάκας. (Πράγματι, δὲν μποροῦμε μὲ τίποτα νὰ ἰσχυριστοῦμε κάτι τέτοιο γι’ αὐτόν, ἔστω καὶ μόνο γιατὶ ἂν αὐτὸς εἶναι βλάκας, τότε ποιὸς εἶναι ὁ ἔξυπνος;) Ἀλλὰ μπορεῖ νὰ μὴν εἶναι βλάκας, εἶναι ὅμως τερατωδῶς ἀχάριστος! Φαινόμενο ἀχαριστίας. Νομίζω μάλιστα ὅτι ὁ καλύτερος ὁρισμὸς τοῦ ἀνθρώπου εἶναι ὁ ἑξῆς: πλάσμα δίποδο καὶ ἀχάριστο. Καὶ δὲν εἶναι μόνο αὐτό· αὐτὸ δὲν εἶναι τὸ μοναδικό του μειονέκτημα· τὸ βασικότερο μειονέκτημα εἶναι ἡ μόνιμη ἀνηθικότητά του, ἀρχίζοντας ἀπὸ τὸν Κατακλυσμὸ μέχρι τὴν περίοδο Σλέσβιγκ-Χολστάιν τῆς ἀνθρώπινης ἱστορίας. Ἀνηθικότητα καὶ κατὰ συνέπεια ἀφροσύνη· καθότι εἶναι πρὸ πολλοῦ γνωστὸν ὅτι τὴν ἀφροσύνη τὴ γεννάει ἡ ἀνηθικότητα. Γιά δοκιμάστε νὰ ρίξετε μιὰ ματιὰ στὴν ἱστορία τῆς ἀνθρωπότητας· τί θὰ δεῖτε; Μεγαλεῖο; Ἴσως καὶ μεγαλεῖο· ὁ Κολοσσὸς τῆς Ρόδου καὶ μόνο πόσο ἀξίζει! Ὄχι ἀδίκως, ὁ κύριος Ἀνάγιεφσκι[1] λέει γι’ αὐτὸν ὅτι κάποιοι ὑποστηρίζουν πὼς εἶναι ἔργο ἀνθρώπινων χεριῶν, ἐνῶ ἄλλοι λένε ὅτι τὸν ἔχει δημιουργήσει ἡ ἴδια ἡ φύση. Παρατραβηγμένο; Ἴσως καὶ παρατραβηγμένο· τὸ νὰ λογαριάσει κανεὶς μέσα στοὺς αἰῶνες καὶ σὲ ὅλους τοὺς λαοὺς ποιὲς ἦταν οἱ ἐπίσημες στολὲς στρατιωτικῶν καὶ πολιτῶν εἶναι κάτι ποὺ ἀξίζει, μὲ τὶς στολὲς δὲ τῶν κρατικῶν λειτουργῶν μπορεῖς πιὰ νὰ χάσεις τὸ μυαλό σου· οὔτε ἕνας ἱστορικὸς δὲν θὰ τὸ ἄντεχε αὐτό. Μονότονο; Μπορεῖ καὶ μονότονο: ὅλο πολεμᾶνε, καὶ τώρα πολεμᾶνε, καὶ παλιὰ πολεμοῦσαν καὶ μετὰ πολεμοῦσαν, παραδεχτεῖτε ὅτι αὐτὸ εἶναι πιὰ πολὺ μονότονο. Ἐν ὀλίγοις, τὰ πάντα μπορεῖς νὰ πεῖς γιὰ τὴν παγκόσμια ἱστορία, ὅλα ὅσα μπορεῖ νὰ φανταστεῖ ἕνα διεστραμμένο μυαλό. Ἕνα μόνο δὲν μπορεῖς νὰ πεῖς, ὅτι εἶναι συνετή. Στὴν πρώτη κιόλας συλλαβὴ τὸ ξανασκέφτεσαι. Δεῖτε ἀκόμη τί ἄλλο παρατηρεῖται συχνά: μονίμως ἐμφανίζονται στὴ ζωὴ κάτι ἠθικοὶ καὶ σώφρονες ἄνθρωποι, κάτι ἔξυπνοι καὶ φίλοι τοῦ ἀνθρώπινου γένους, οἱ ὁποῖοι βάζουν σκοπὸ τῆς ζωῆς τους νὰ φέρονται ὅσο τὸν δυνατὸν πιὸ ἠθικὰ καὶ συνετά, νὰ φωτίζουν, οὕτως εἰπεῖν, μὲ τὴν ὕπαρξή τους τοὺς γύρω τους, μόνο καὶ μόνο γιὰ νὰ ἀποδείξουν ὅτι πράγματι μπορεῖ κανεὶς νὰ ζήσει στὸν κόσμο καὶ ἠθικὰ καὶ συνετά. Καὶ λοιπόν; Εἶναι γνωστὸ ὅτι πολλοὶ ἀπὸ αὐτοὺς τοὺς ζηλωτές, ἀργὰ ἢ γρήγορα, πρὸς τὸ τέλος τῆς ζωῆς τους, πρόδιδαν τοὺς ἑαυτούς τους, προκαλώντας κανένα σκανδαλάκι, ἐνίοτε μάλιστα ἀπὸ τὰ πλέον ἀνάρμοστα. Τώρα θὰ σᾶς ρωτήσω: Τί μπορεῖ νὰ περιμένεις ἀπὸ τὸν ἄνθρωπο ποὺ ὡς πλάσμα εἶναι προικισμένος μὲ τόσο παράξενα γνωρίσματα; Γεμίστε τον μὲ ὅλα τὰ ἐπίγεια ἀγαθά, βυθίστε τον σὲ μιὰ θάλασσα εὐτυχίας, μὲ τὸ κεφάλι, μὲ τρόπο ποὺ νὰ ἀνεβαίνουν στὴν ἐπιφάνεια τῆς εὐτυχίας μόνο φυσαλίδες, ὅπως στὸ νερό· δῶστε του τέτοια οἰκονομικὴ ἄνεση ποὺ νὰ μὴν τοῦ ἀπομένει τίποτα ἄλλο νὰ κάνει ἀπὸ τὸ νὰ κοιμᾶται, νὰ τρώει ζαχαρωτὰ καὶ νὰ φροντίζει γιὰ τὴ συνέχιση τῆς παγκόσμιας ἱστορίας, καὶ θὰ δεῖτε ὅτι καὶ τότε παραμένει ἄνθρωπος, καὶ τότε, ἀπὸ ἀχαριστία καὶ μόνο, ἀπὸ ἀλαζονεία καὶ μόνο θὰ κάνει κάποια κουτσουκέλα. Θὰ διακινδυνεύσει ἀκόμα καὶ νὰ χάσει τὰ ζαχαρωτὰ καὶ ἐσκεμμένα θὰ ἐπιχειρήσει τὴν πιὸ καταστροφικὴ ἀνοησία, τὴν πιὸ παρατραβηγμένη ἀπερισκεψία, ἀποκλειστικὰ καὶ μόνο γιὰ νὰ ἀναμείξει μὲ ὅλη αὐτὴ τὴ θετικὴ σύνεση τὸ δικό του καταστροφικὸ φαντασιακὸ στοιχεῖο. Θὰ θελήσει νὰ ὑποστηρίξει συγκεκριμένα τὶς πιὸ ἀπίθανες σκέψεις του, τὴν πιὸ χυδαία βλακεία του ἀποκλειστικὰ καὶ μόνο γιὰ νὰ ἀποδείξει στὸν ἑαυτό του (σὰν νὰ εἶναι αὐτὸ τόσο ἀπαραίτητο) ὅτι οἱ ἄνθρωποι εἶναι ἀκόμα ἄνθρωποι, κι ὄχι πλῆκτρα τοῦ πιάνου, τὰ ὁποῖα ἔστω κι ἂν εἶναι οἱ νόμοι τῆς φύσης ποὺ τὰ χτυποῦν ἰδιοχείρως, ὑπάρχει κίνδυνος νὰ τὰ χτυπήσουν σὲ βαθμὸ ποὺ ἐκτὸς ἀπὸ τὸ πρόγραμμα νὰ μὴν μπορεῖς νὰ ἐπιθυμεῖς τίποτα ἄλλο. Καὶ δὲν ἀρκεῖ αὐτό: ἀκόμα καὶ στὴν περίπτωση ποὺ πράγματι ἀποδεικνυόταν ὅτι ἦταν πλῆκτρο τοῦ πιάνου, ἀκόμη κι ἂν τοῦ τὸ ἀποδείξεις μὲ τὴ βοήθεια τῶν θετικῶν ἐπιστημῶν καὶ μαθηματικῶς, δὲν θὰ συνετιστεῖ καὶ ἐσκεμμένα θὰ κάνει κάτι ἀντίθετο, ἀποκλειστικὰ καὶ μόνο ἀπὸ ἀχαριστία· οὐσιαστικά, γιὰ νὰ ἐπιμείνει στὸ δικό του. Στὴν περίπτωση ποὺ δὲν θὰ ἔχει ἄλλο τρόπο, θὰ ἐπινοήσει τὴν καταστροφὴ καὶ τὸ χάος, θὰ ἐπινοήσει διάφορες συμφορὲς καὶ θὰ κάνει τὸ δικό του! Θὰ ἐξακοντίσει τὴν κατάρα του στὸν κόσμο, καὶ καθὼς μόνον ὁ ἄνθρωπος μπορεῖ νὰ καταριέται (αὐτὸ εἶναι τὸ προνόμιο ποὺ τὸν διαχωρίζει οὐσιαστικὰ ἀπὸ τὰ ὑπόλοιπα ζῶα), μὲ τὴν κατάρα του καὶ μόνο θὰ πετύχει τὸ δικό του, δηλαδὴ θὰ πεισθεῖ τελεσίδικα ὅτι εἶναι ἄνθρωπος κι ὄχι πλῆκτρο τοῦ πιάνου! Ἂν πεῖτε ὅτι κι αὐτὰ μπορεῖ κανεὶς νὰ τὰ προβλέψει μὲ βάση ἕνα πρόγραμμα καὶ τὸ χάος, καὶ τὸ μυστήριο, καὶ τὴν κατάρα, ὅτι ἡ δυνατότητα καὶ μόνον τῆς ἐκ τῶν προτέρων πρόβλεψης θὰ τὰ σταματήσει ὅλα καὶ θὰ ὑπερισχύσει ἡ λογική, τότε, κι ἐν τοιαύτῃ περιπτώσει, ὁ ἄνθρωπος θὰ τρελαθεῖ αὐτοβούλως, γιὰ νὰ μὴν ἔχει λογικὴ καὶ νὰ ἐπιμένει στὸ δικό του! Τὸ πιστεύω αὐτό, ἀναλαμβάνω τὴν εὐθύνη αὐτοῦ ποὺ λέω, διότι, ἐπὶ τῆς οὐσίας, ὅλη ἡ ἀνθρώπινη ὑπόθεση μοῦ φαίνεται ὅτι σ’ αὐτὸ καὶ μόνο συνίσταται, νὰ ἐπιβεβαιώνεται δηλαδὴ ὁ ἄνθρωπος κάθε τόσο ὅτι εἶναι ἄνθρωπος κι ὄχι πεῖρος ἑνὸς ἁρμόνιου! Νὰ ἐπιβεβαιώνεται, ἔστω καὶ βάζοντας τὸν ἑαυτό του σὲ κίνδυνο· νὰ ἐπιβεβαιώνεται, ἔστω κι ἂν γίνει τρωγλοδύτης. Κατόπιν τούτου, πῶς νὰ μὴν τὴν κάνεις τὴν ἁμαρτία σου, νὰ μὴν ἐκθειάσεις τὸ γεγονὸς ὅτι δὲν ἔχουμε φτάσει ἀκόμα ἐκεῖ κι ὅτι γιὰ τὴν ὥρα ἕνας Θεὸς ξέρει ἀπὸ τί ἐξαρτᾶται ἡ βούλησή μας…

Μοῦ φωνάζετε (ἂν βεβαίως μὲ τιμήσετε μὲ τὸ ἐπιφώνημά σας) ὅτι κανεὶς δὲν μοῦ στερεῖ τὴ βούληση· ὅτι γιὰ τὸ μόνο ποὺ γνοιάζονται εἶναι νὰ τὰ διευθετήσουν ἔτσι ποὺ ἡ βούλησή μου, αὐτοβούλως, νὰ συμπίπτει μὲ τὰ φυσιολογικά μου συμφέροντα, μὲ τοὺς κανόνες τῆς φύσης καὶ μὲ τὴν ἀριθμητική.

Ἄχ, κύριοι, γιὰ ποιὰ βούληση μοῦ μιλᾶτε, ὅταν τὸ θέμα φτάνει στὸν προγραμματισμὸ καὶ τὴν ἀριθμητική, ὅταν θὰ ἰσχύει μόνο τὸ δύο καὶ δύο κάνουν τέσσερα; Δύο καὶ δύο κάνουν τέσσερα ἀνεξάρτητα ἀπὸ τὴ βούλησή μου. Αὐτὸ εἶναι ἡ προσωπικὴ βούληση;

Φιόντορ Ντοστογιέφσκι

Πηγές

Κείμενο

  • Φιόντορ Ντοστογιέφσκι. Ὑπόγειο. Μετάφραση ἀπὸ τὰ ρωσικά – πρόλογος Ἑλένη Μπακοπούλου, ἐκδόσεις Ἴνδικτος, Ἀθῆναι 2010, Μέ­ρος I «Ὑπόγειο», Κεφάλαιο 8ο.

Εἰκόνες

  • Ὑπόγειο, τοῦ Φιόντορ Ντοστογιέφσκι, ἐκδόσεις Ἴνδικτος, Ἀθῆναι 2010, ἐξώφυλλο.
  • Βασίλι Περόφ. Προσωπογραφία τοῦ Φιόντορ Ντοστογιέφσκι. 1872, ἐλαιογραφία, Πινακοθήκη Τρετιακόφ, Μόσχα. Πηγὴ εἰκόνας: Wikimedia Commons. Ἀρχικὴ πηγὴ εἰκόνας: Google Cultural Institute.

Ὑποσημείωση

  1. [Σ.τ.Μ.]: Α. Ε. Ἀνάγιεφσκι: Ρῶσος ἐλάσσων συγγραφέας τοῦ 18ου-19ου αἰ. [↑]