Σημειώσεις ἀπὸ τὸ «Ὑπόγειο» (μέρος αʹ)

Ἀριστερά: Ὑπόγειο, τοῦ Φιόντορ Ντοστογιέφσκι, ἐκδ. Ἴνδικτος, ἐξώφυλλο. Δεξιά: Προσωπογραφία τοῦ Ντοστογιέφσκι ἀπὸ τὸν Βασίλι Περόφ (1872).

ΩΣΤΟΣΟ ὅλα αὐτὰ εἶναι μεγάλα ὄνειρα. Ὤ, πεῖτε μου, ποιὸς ἦταν αὐτὸς ποὺ δήλωσε πρῶτος ὅτι ὁ ἄνθρωπος κάνει ἀτιμίες γιατὶ δὲν ξέρει τὸ πραγματικό του ὄφελος· κι ὅτι ἂν τὸν διαφωτίζαμε, ἂν τοῦ ἀνοίγαμε τὰ μάτια γιὰ τὸ πραγματικό, φυσιολογικό του ὄφελος, τότε θὰ σταματοῦσε νὰ κάνει ἀτιμίες, θὰ γινόταν ἀμέσως καλὸς κι εὐγενικός, διότι, ὄντας φωτισμένος κι ἔχοντας καταλάβει τὰ πραγματικά του ὀφέλη, θὰ ἔβλεπε ἀκριβῶς ὅτι τὸ προσωπικό του ὄφελος βρίσκεται στὸ καλό, κι εἶναι γνωστὸ ὅτι κανένας ἄνθρωπος δὲν μπορεῖ νὰ πάει συνειδητὰ κόντρα στὰ προσωπικά του συμφέροντα, ἑπομένως, γιὰ νὰ τὸ ποῦμε ἔτσι, ἀπὸ ἀνάγκη θὰ ἄρχιζε νὰ πράττει τὸ καλό; Ὤ, τί παιδί! Ὦ, ἁγνό, ἀφελὲς παιδί! Μὰ πότε, ἐν πρώτοις, ἔτυχε, ὅλες αὐτὲς τὶς χιλιετίες, νὰ πράττει ὁ ἄνθρωπος ἀποκλειστικὰ καὶ μόνο ἀπὸ προσωπικὸ ὄφελος; Τί θὰ κάνουμε τὰ ἑκατομμύρια περιστατικὰ ποὺ μαρτυροῦν πὼς οἱ ἄνθρωποι, ἐν γνώσει τους, δηλαδὴ καταλαβαίνοντας πλήρως τὰ πραγματικά τους ὀφέλη, τὰ ἔβαζαν σὲ δεύτερη μοίρα καὶ τραβοῦσαν ἄλλο δρόμο, τοῦ ρίσκου, τῆς τύχης, χωρὶς νὰ ἐξαναγκάζονται ἀπὸ κάποιον ἢ ἀπὸ κάτι, ἁπλὰ καὶ μόνο ἐπειδὴ ἀκριβῶς δὲν τοὺς ἄρεσε ὁ χαραγμένος δρόμος, καὶ ἐπίμονα, αὐθαίρετα ἄνοιγαν ἕναν ἄλλο, δύσβατο, ἀδιανόητο, ἀναζητώντας τον σχεδὸν μέσα στὰ σκοτάδια. Αὐτό, ξέρετε, σημαίνει πὼς πράγματι ἐτούτη ἡ ἐπιμονὴ καὶ ὁ ἐτσιθελισμός τους ἦταν πολὺ πιὸ εὐχάριστα ἀπὸ ὁποιοδήποτε ὄφελος… Ὄφελος! Τί σημαίνει ὄφελος; Θὰ ἀναλαμβάνατε ἐσεῖς νὰ ὁρίσετε μὲ ἀπόλυτη ἀκρίβεια σὲ τί συνίσταται τὸ ἀνθρώπινο ὄφελος; Κι ἂν ἀποδειχτεῖ ὅτι τὸ ἀνθρώπινο ὄφελος κάποιες φορὲς ὄχι μόνο μπορεῖ ἀλλὰ καὶ ὀφείλει ἀκριβῶς νὰ συνίσταται στὸ ὅτι σὲ ὁρισμένες περιπτώσεις ἐπιθυμεῖς γιὰ τὸν ἑαυτό σου τὸ ἐπιζήμιο κι ὄχι τὸ ὠφέλιμο; Κι ἂν εἶναι ἔτσι, κι ἂν μπορεῖ νὰ ὑπάρξει αὐτὴ ἡ περίπτωση, τότε ὅλος ὁ κανόνας τινάζεται στὸν ἀέρα. Τί λέτε, ὑπάρχουν τέτοιες περιπτώσεις; Γελᾶτε· γελάστε, κύριοι, ἀλλὰ ἀπαντῆστε μου: ἔχουν προσδιοριστεῖ ἀπολύτως ὀρθὰ τὰ ἀνθρώπινα ὀφέλη; Δὲν ὑπάρχουν κάποια τὰ ὁποῖα ὄχι μόνο δὲν ἐπιδέχονται, ἀλλὰ καὶ δὲν μποροῦν νὰ ἐπιδεχτοῦν ὁποιαδήποτε ταξινόμηση; Ἀπ’ ὅσο ξέρω, κύριοι, ἐσεῖς ὅλον τὸν κατάλογό σας ἀπὸ ἀνθρώπινα ὀφέλη τὸν φτιάξατε μὲ βάση τὸν μέσο ὅρο ποὺ σᾶς ἔδιναν τὰ στατιστικὰ νούμερα καὶ οἱ ἐπιστημονικο-οικονομικοὶ τύποι. Τὰ ὀφέλη σας αὐτά, βλέπετε, εἶναι ἡ εὐδαιμονία, ὁ πλοῦτος, ἡ ἐλευθερία, ἡ ἠρεμία, καὶ τὰ λοιπά, καὶ τὰ λοιπά· ἔτσι, ὁ ἄνθρωπος ποὺ θὰ πήγαινε, γιὰ παράδειγμα, ἀνοιχτὰ καὶ συνειδητὰ κόντρα σ’ αὐτὸν τὸν κατάλογο θὰ ἦταν, κατ’ ἐσᾶς, μά, ναί, φυσικὰ καὶ κατ’ ἐμέ, σκοταδιστὴς ἢ ἐντελῶς τρελός, ἔτσι δὲν εἶναι; Ὅμως νά ποιὸ εἶναι τὸ ἐκπληκτικό: πῶς γίνεται κι ὅλες αὐτὲς οἱ στατιστικές, οἱ σοφοὶ καὶ οἱ ὀπαδοὶ τοῦ ἀνθρώπινου γένους, κατὰ τὸν προσδιορισμὸ τῶν ἀνθρωπίνων ὠφελημάτων, παραλείπουν μονίμως ἕνα; Δὲν τὸ λαμβάνουν κὰν ὑπόψη τους, ὑπὸ τὴν ἔννοια ὑπὸ τὴν ὁποία ὀφείλουν νὰ τὸ λάβουν, ἐνῶ ὅλο τὸ σχέδιο ἐξαρτᾶται ἀπὸ αὐτό. Δὲν θὰ ἦταν καὶ μεγάλο τὸ κακό, ἂν ἔπαιρναν αὐτὸ τὸ ὄφελος καὶ τὸ πρόσθεταν στὸν κατάλογο. Ὅμως αὐτὸ εἶναι τὸ δυστύχημα, ὅτι τὸ ἐν λόγῳ πονηρὸ ὄφελος δὲν ὑπακούει σὲ καμιὰ ταξινόμηση, δὲν ἔχει θέση σὲ κανέναν κατάλογο. Ἔχω, γιὰ παράδειγμα, ἕναν γνωστό… Ἄχ, κύριοι, μὰ εἶναι καὶ δικός σας γνωστός· ἀλλὰ καὶ ποιανοῦ δὲν εἶναι γνωστός! Προετοιμαζόμενος νὰ δράσει ὁ κύριος αὐτός, θὰ σᾶς μιλήσει πρόθυμα, εὐφραδῶς καὶ κατανοητά, γιὰ τὸ πῶς συγκεκριμένα θὰ πρέπει νὰ ἐνεργήσει σύμφωνα μὲ τοὺς νόμους τῆς λογικῆς καὶ τῆς ἀλήθειας. Κι ἀκόμα περισσότερο: μὲ ταραχὴ καὶ πάθος θὰ σᾶς μιλήσει γιὰ τὰ πραγματικά, φυσιολογικὰ ἀνθρώπινα ὀφέλη· μὲ εἰρωνεία θὰ ἐπιπλήξει τοὺς κοντόφθαλμους βλάκες ποὺ δὲν καταλαβαίνουν οὔτε τὸ συμφέρον τους οὔτε τὴν πραγματικὴ οὐσία τῆς ἀρετῆς· καί, ἀκριβῶς ἕνα τέταρτο ἀργότερα, χωρὶς καμία ἔξωθεν ἀφορμή, μὰ ἀκριβῶς ἀπὸ κάτι ἐσωτερικό, δυνατότερο ὅλων τῶν συμφερόντων του, θὰ κάνει μιὰ ἐντελῶς ἀντίθετη κίνηση, δηλαδὴ θὰ πάει καταφανῶς κόντρα σ’ αὐτὸ ποὺ ἔλεγε πρίν: καὶ κόντρα στοὺς νόμους τῆς λογικῆς καὶ κόντρα στὸ ἀτομικό του συμφέρον, μὲ λίγα λόγια δηλαδὴ κόντρα σὲ ὅλα… Θὰ σᾶς πληροφορήσω ὅτι ὁ γνωστός μου εἶναι ἕνα πρόσωπο συλλογικό, γιὰ τοῦτο κι εἶναι κάπως δύσκολο νὰ ἐνοχοποιήσουμε μόνον αὐτό. Τὸ ἐρώτημα εἶναι, κύριοι, μήπως ὑπάρχει κάτι ποὺ νὰ εἶναι σχεδὸν γιὰ κάθε ἄνθρωπο πολυτιμότερο ἀπὸ τὰ καλύτερα ὀφέλη του, ἤ (γιὰ νὰ μὴν παραβιάσουμε τὴ λογική) ὑπάρχει ἕνα πιὸ ὠφέλιμο ὄφελος (ποὺ ἀκριβῶς ἀποσιωπᾶται καὶ περὶ τοῦ ὁποίου μιλούσαμε τώρα), ποὺ νὰ εἶναι βασικότερο καὶ ὠφελιμότερο τῶν ἄλλων ὠφελημάτων καὶ γιὰ τὸ ὁποῖο ὁ ἄνθρωπος, ἂν χρειαστεῖ, εἶναι ἕτοιμος νὰ πάει κόντρα σὲ ὅλους τοὺς νόμους, δηλαδὴ κόντρα στὴ λογική, τὴν τιμή, τὴν ἠρεμία, τὴν καλοπέραση, μὲ λίγα λόγια, κόντρα σὲ ὅλα αὐτὰ τὰ ὑπέροχα καὶ ὠφέλιμα πράγματα, φτάνει νὰ ἀγγίξει αὐτὸ τὸ πρωτεῦον, τὸ πιὸ ὠφέλιμο ὄφελος, ποὺ τοῦ εἶναι πολυτιμότερο ὅλων.

, ὅσο νά ’ναι, παραμένει ὄφελος – μὲ διακόπτετε.

Περιμένετε, θὰ ἐξηγηθῶ, καὶ δὲν εἶναι ὥρα γιὰ καλαμπούρια, τὸ ὄφελος αὐτὸ εἶναι ἀξιοσημείωτο διότι καὶ ὅλες τὶς ταξινομήσεις μας καταρρίπτει καὶ ὅλα τὰ συστήματα ποὺ δημιούργησαν οἱ φίλοι τοῦ ἀνθρώπινου γένους γιὰ τὴν εὐτυχία τοῦ ἀνθρώπινου γένους μονίμως ἀνατρέπει. Ἐν ὀλίγοις, στέκει ἐμπόδιο σὲ ὅλα. Προτοῦ ὅμως σᾶς ἀποκαλύψω ποιὸ εἶναι αὐτὸ τὸ ὄφελος, θέλω νὰ ἐκτεθῶ καὶ γιὰ τοῦτο δηλώνω εὐθαρσῶς ὅτι ὅλα ἐτοῦτα τὰ ὑπέροχα συστήματα, ὅλες αὐτὲς οἱ θεωρίες ἐξήγησης στὴν ἀνθρωπότητα τῶν πραγματικῶν, φυσιολογικῶν ὠφελημάτων της, μὲ σκοπὸ νὰ τὴν κάνουν προσπαθώντας ὁπωσδήποτε νὰ καταχτήσει τὰ ὀφέλη αὐτά νὰ γίνει αὐτομάτως καλὴ καὶ καλλιεργημένη, εἶναι γιὰ τὴν ὥρα, καὶ κατὰ τὴ γνώμη μου, ἁπλὴ σοφιστική! Ναί, σοφιστική! Διότι τὸ νὰ ὑποστηρίζεις ἂς ποῦμε τὴ θεωρία τῆς ἀναγέννησης ὅλου τοῦ ἀνθρώπινου γένους μέσῳ ἑνὸς συστήματος προσωπικῶν ὠφελημάτων, αὐτό, κατὰ τὴ γνώμη μου, εἶναι σχεδὸν τὸ ἴδιο μὲ τό… νὰ ὑποστηρίζεις, γιὰ παράδειγμα, μετὰ τὸν Μπούκλ[1], ὅτι μὲ τὸν πολιτισμὸ ὁ ἄνθρωπος ἡμερεύει, ἑπομένως γίνεται λιγότερο αἱμοδιψὴς καὶ λιγότερο ἱκανὸς γιὰ πόλεμο. Σύμφωνα μὲ τὴ λογικὴ κι αὐτὸ μπορεῖ νὰ τοῦ συμβεῖ. Ὅμως ὁ ἄνθρωπος εἶναι τόσο προσκολλημένος στὴ συστηματοποίηση καὶ τὸ ἀφηρημένο συμπέρασμα, ποὺ εἶναι ἕτοιμος νὰ διαστρεβλώσει ἐσκεμμένα τὴν ἀλήθεια, εἶναι ἕτοιμος νὰ παραστήσει τὸν κουφὸ καὶ τὸν τυφλὸ φτάνει νὰ δικαιώσει τὴ δική του λογική. Φέρνω αὐτὸ τὸ παράδειγμα διότι εἶναι ἕνα πολὺ χτυπητὸ παράδειγμα. Ρίξτε μιὰ ματιὰ γύρω σας: τὸ αἷμα κυλάει ποτάμι, καὶ μάλιστα τόσο χαρούμενα λὲς καὶ εἶναι σαμπάνια. Πάρτε τὸν δέκατο ἔνατο αἰώνα μας, στὸν ὁποῖο ἔζησε καὶ ὁ Μπούκλ. Πάρτε τὸ Ναπολέοντα, καὶ τὸν μεγάλο καὶ τὸν τωρινό. Πάρτε τὴ Βόρεια Ἀμερική, τὴν αἰώνια ἕνωση. Πάρτε, τέλος, τὸ ἀμίμητο Σλέζβινγκ-Χολστάιν[2]… Τί ἀκριβῶς καταπραΰνει μέσα μας ὁ πολιτισμός; Ὁ πολιτισμὸς ἁπλῶς καλλιεργεῖ στὸν ἄνθρωπο πολύπλευρα βιώματα καί… κατηγορηματικὰ τίποτα ἄλλο. Μέσῳ τῆς ἀνάπτυξης αὐτῆς τῆς πολυμέρειας ὁ ἄνθρωπος θὰ φτάσει, πιθανότατα, στὸ σημεῖο νὰ ἀναζητήσει τὴν ἀπόλαυση στὴν αἱματοχυσία. Τοῦ ἔχει, βλέπετε, ξανασυμβεῖ αὐτό. Ἔχετε ἄραγε παρατηρήσει ὅτι οἱ πιὸ δεξιοτέχνες μακελάρηδες ἦταν σχεδὸν κατ’ ἀποκλειστικότητα οἱ πλέον πολιτισμένοι κύριοι, μπροστὰ στοὺς ὁποίους οἱ διάφοροι Ἀττίλες καὶ Στένκα Ράζιν[3] ὠχριοῦν κάποιες φορές, κι ἂν ἐτοῦτοι δὲν δημιουργοῦν τόσο ντόρο ὅσο ὁ Ἀττίλας καὶ ὁ Στένκα Ράζιν εἶναι ἀκριβῶς γιατὶ συναντῶνται πολὺ συχνά, παραεῖναι συνηθισμένοι, οἰκεῖοι. Ἂν μή τι ἄλλο, ἀπὸ τὸν πολιτισμὸ ὁ ἄνθρωπος ἔγινε ἂν ὄχι πιὸ αἱμοδιψής, τότε, σίγουρα, χειρότερα, σιχαμερότερα αἱμοδιψὴς ἀπὸ πρίν. Παλιότερα ἔβλεπε τὴν αἱματοχυσία ὡς δικαιοσύνη καὶ μὲ ἥσυχη τὴ συνείδησή του ἐξολόθρευε ὅποιον ἔπρεπε· τώρα, παρότι θεωροῦμε τὴν αἱματοχυσία κακοήθεια, ἐπιδιδόμαστε σ’ αὐτὴ τὴν κακοήθεια καὶ μάλιστα ἀκόμα περισσότερο ἀπὸ πρίν. Τί εἶναι χειρότερο; Ἐσεῖς ἀποφασίζετε. Λένε ὅτι ἡ Κλεοπάτρα (συγχωρῆστε μου τὸ παράδειγμα ἀπὸ τὴ ρωμαϊκὴ ἱστορία) ἀρεσκόταν νὰ μπήγει χρυσὲς καρφίτσες στὰ στήθη τῶν σκλάβων γυναικῶν καὶ εὕρισκε ἀπόλαυση στὶς κραυγὲς καὶ στοὺς σπασμούς τους. Θὰ πεῖτε ὅτι αὐτὸ ἦταν σὲ ἐποχές, συγκριτικὰ μιλώντας, βάρβαρες· ὅμως καὶ τώρα οἱ ἐποχὲς εἶναι βάρβαρες, διότι (συγκριτικὰ μιλώντας πάντα) ἐπίσης κάποιοι μπήγουν καρφίτσες· ὅμως καὶ τώρα ὁ ἄνθρωπος, ἂν καὶ ἔχει μάθει νὰ βλέπει ἐνίοτε διαυγέστερα ἀπὸ ὅ,τι στὶς βάρβαρες ἐποχές, ἐπ’ οὐδενὶ δὲν ἔχει μάθει νὰ πράττει ὅπως τοῦ ὑπαγορεύουν ἡ λογικὴ καὶ ἡ ἐπιστήμη. Καὶ παρ’ ὅλα αὐτά, ἐσεῖς εἶστε ἀπολύτως σίγουροι πὼς ὅταν θὰ ἔχουν ἐκλείψει κάποιες παλιὲς κακὲς συνήθειες κι ὅταν ἡ ὑγιὴς σκέψη κι ἡ ἐπιστήμη θὰ ἀναμορφώσουν καὶ θὰ κατευθύνουν τὴν ἀνθρώπινη φύση στὸ φυσιολογικὸ δρόμο, θὰ μάθει, ὁπωσδήποτε. Εἶστε σίγουροι πὼς τότε ὁ ἄνθρωπος ἠθελημένα θὰ πάψει νὰ σφάλλει, καὶ ἀσυναίσθητα, ἂς ποῦμε, δὲν θὰ θέλει νὰ διαχωρίζει τὴ βούλησή του ἀπὸ τὰ ὀφέλη του. Ἀκόμα περισσότερο: τότε, λέτε ἐσεῖς, ἡ ἴδια ἡ ἐπιστήμη θὰ τὸν διδάξει (ἂν κι αὐτὸ εἶναι πολυτέλεια, κατὰ τὴν ἄποψή μου), πὼς στὴν πραγματικότητα οὔτε βούληση οὔτε πεῖσμα ἔχει, μὰ καὶ ποτὲ δὲν εἶχε, καὶ πὼς ὁ ἴδιος δὲν εἶναι τίποτα περισσότερο ἀπὸ κάτι σὰν τὰ πλῆκτρα τοῦ πιάνου ἢ τοὺς πείρους τοῦ ἁρμόνιου[4]· καὶ πὼς πιὸ πάνω ἀπὸ αὐτὸ στὸν κόσμο εἶναι οἱ νόμοι τῆς φύσης· ἔτσι ὅ,τι κι ἂν κάνει, δὲν τὸ κάνει γιατὶ τὸ θέλει ὁ ἴδιος, γίνεται ἀπὸ μόνο του, κατὰ τοὺς νόμους τῆς φύσης. Ἑπομένως, αὐτοὺς τοὺς νόμους τῆς φύσης ἀπομένει ἁπλῶς νὰ τοὺς ἀνακαλύψουμε· τότε ὁ ἄνθρωπος δὲν θὰ φέρνει καμιὰ εὐθύνη γιὰ τὶς πράξεις του καὶ θὰ τοῦ εἶναι ἐξαιρετικὰ εὔκολο νὰ ζεῖ. Ὅλες οἱ πράξεις τοῦ ἀνθρώπου, ἐξυπακούεται, θὰ προσδιοριστοῦν τότε σύμφωνα μὲ τοὺς νόμους αὐτούς, μαθηματικά, κάτι σὰν τοὺς πίνακες τῶν λογαρίθμων, μέχρι τὸ 108.000, καὶ θὰ καταχωρηθοῦν σὲ εἰδικὸ κατάστιχο· ἢ ἀκόμα καλύτερα, θὰ ἐμφανιστοῦν ὁρισμένες καλοπροαίρετες ἐκδόσεις, σὰν τὰ σημερινὰ ἐγκυκλοπαιδικὰ λεξικά, στὰ ὁποῖα ὅλα θὰ εἶναι ὑπολογισμένα καὶ προσδιορισμένα μὲ τόση ἀκρίβεια, ποὺ στὸν κόσμο δὲν θὰ ὑπάρχουν πλέον οὔτε δράσεις οὔτε συμβάντα.

Τότε συνεχίζετε νὰ λέτε ἐσεῖς θὰ ἔχουμε καινούργιες οἰκονομικὲς σχέσεις, ἐντελῶς ἕτοιμες καὶ ἐπίσης σχεδιασμένες μὲ μαθηματικὴ ἀκρίβεια, ἔτσι ποὺ σὲ μιὰ στιγμὴ θὰ ἐκλείψουν ὅλα τὰ πιθανὰ ἐρωτήματα, ἁπλῶς ἐπειδὴ θὰ ὑπάρχουν σ’ αὐτὰ ὅλες οἱ πιθανὲς ἀπαντήσεις. Τότε θὰ χτιστεῖ τὸ κρυστάλλινο παλάτι[5]. Τότε… Ἔ, μὲ λίγα λόγια, τότε θὰ πετάξει στὰ μέρη μας τὸ πουλὶ Καγκάν[6]. Φυσικά, μὲ κανέναν τρόπο δὲν μπορεῖ κανεὶς νὰ ἐγγυηθεῖ (αὐτὸ τώρα τὸ λέω ἐγώ) ὅτι τότε δὲν θὰ εἶναι, γιὰ παράδειγμα, τρομερὰ πληκτικά (διότι τί νὰ κάνει κανεὶς ὅταν τὰ πάντα θὰ εἶναι κανονισμένα βάσει προγράμματος), θὰ εἶναι ὅμως ἐξαιρετικὰ συνετὰ ὅλα. Φυσικά, πολλὰ μπορεῖς νὰ ἐπινοήσεις ἀπὸ τὴν πλήξη! Καὶ οἱ χρυσὲς βελόνες ἀπὸ πλήξη προκύπτουν, ἀλλὰ αὐτὸ δὲν ἦταν ἀκόμα τίποτα. Τὸ φρικτὸ εἶναι (αὐτὸ ἐπίσης ἐγὼ τὸ λέω), ὅτι τότε δὲν θὰ τὸ ἔχουν σὲ τίποτα, ξέρετε, νὰ εὐχαριστιοῦνται καὶ μὲ τὶς χρυσὲς βελόνες. Ὁ ἄνθρωπος, βλέπετε, εἶναι βλάκας, εἶναι φαινόμενο βλακείας. Δηλαδή, μπορεῖ καὶ νὰ μὴν εἶναι τόσο βλάκας, εἶναι ὅμως τόσο ἀχάριστος, ποὺ ὅμοιό του δὲν θὰ βρεῖς. Ξέρετε, δὲν θὰ ἐκπλαγῶ διόλου, γιὰ παράδειγμα, ἂν ἐκεῖ ποὺ δὲν τὸ περιμένουμε, ἐν μέσῳ τῆς γενικῆς σύνεσης, ἐμφανιστεῖ κανένας τζέντλεμαν, καθόλου εὐγενικὸς ἤ, γιὰ νὰ τὸ πῶ καλύτερα, ἕνας ἀναχρονιστικὸς καὶ εἰρωνικὸς τύπος, ποὺ θὰ βάλει τὰ χέρια στὴ μέση καὶ θὰ μᾶς πεῖ ὅλων μας: τί λέτε, κύριοι, μήπως νὰ τινάξουμε ὅλη αὐτὴ τὴ σύνεση μὲ μιὰ κλοτσιὰ στὸν ἀέρα, μὲ μοναδικὸ σκοπὸ νὰ στείλουμε ὅλους αὐτοὺς τοὺς λογαρίθμους στὸ διάβολο καὶ νὰ ζήσουμε καὶ πάλι μὲ τὴν ἀνόητη βούλησή μας! Αὐτὸ δὲν θὰ ἦταν καὶ τόσο τρομερό, τὸ στενάχωρο ὅμως εἶναι ὅτι θὰ βρεῖ ὁπωσδήποτε ὀπαδούς: ἔτσι εἶναι φτιαγμένος ὁ ἄνθρωπος. Κι αὐτὸ ἐξαιτίας τοῦ πιὸ ἀσήμαντου λόγου, τὸν ὁποῖο, νομίζω, δὲν ἀξίζει οὔτε νὰ ἀναφέρουμε: ἐξαιτίας, συγκεκριμένα, τοῦ ὅτι ὁ ἄνθρωπος, πάντα καὶ παντοῦ, ὅποιος κι ἂν εἶναι, ἀρεσκόταν στὸ νὰ δρᾶ ὅπως ἤθελε, κι ὄχι ὅπως τὸν πρόσταζαν ἡ λογικὴ καὶ τὸ συμφέρον· μπορεῖς νὰ βούλεσαι ἀκόμα καὶ κόντρα στὸ προσωπικό σου συμφέρον κι ἐνίοτε ὀφείλεις ρητά (αὐτὴ εἶναι δική μου ἄποψη). Ἡ προσωπική μας, ἐλεύθερη καὶ ἀνεξάρτητη βούληση, τὸ προσωπικό μας, ἔστω καὶ τὸ πιὸ ὠμὸ καπρίτσιο, ἡ φαντασία μας, ἐρεθισμένη ἐνίοτε μέχρι τρέλας – αὐτὸ εἶναι ἐκεῖνο τὸ παραλειπόμενο, τὸ πιὸ ὠφέλιμο ὄφελος, τὸ ὁποῖο δὲν ὑπόκειται σὲ καμιὰ ταξινόμηση κι ἀπὸ τὸ ὁποῖο ὅλα τὰ συστήματα καὶ οἱ θεωρίες πᾶνε διαρκῶς κατὰ διαβόλου. Καὶ ποῦ τὸ εἶδαν ὅλοι αὐτοὶ οἱ σοφοὶ ὅτι ὁ ἄνθρωπος ἔχει ἀνάγκη ἀπὸ μιὰ φυσιολογική, μιὰ χρηστὴ βούληση; Ἀπὸ ποῦ ἔβγαλαν τὸ συμπέρασμα ὅτι ὁ ἄνθρωπος χρειάζεται ἀνυπερθέτως μιὰ λογικὰ ὠφέλιμη βούληση; Ὁ ἄνθρωπος χρειάζεται ἁπλῶς μόνο μιὰ ἀνεξάρτητη βούληση, ὅ,τι κι ἂν κοστίζει αὐτὴ ἡ ἀνεξαρτησία κι ὅπου κι ἂν ὁδηγεῖ. Ἀλλὰ κι ἡ βούληση, ἕνας Θεὸς ξέρει…

Φιόντορ Ντοστογιέφσκι

Πηγές

Κείμενο

  • Φιόντορ Ντοστογιέφσκι. Ὑπόγειο. Μετάφραση ἀπὸ τὰ ρωσικά – πρόλογος Ἑλένη Μπακοπούλου, ἐκδόσεις Ἴνδικτος, Ἀθῆναι 2010, Μέ­ρος I «Ὑπόγειο», Κεφάλαιο 7ο.

Εἰκόνες

  • Ὑπόγειο, τοῦ Φιόντορ Ντοστογιέφσκι, ἐκδόσεις Ἴνδικτος, Ἀθῆναι 2010, ἐξώφυλλο.
  • Βασίλι Περόφ. Προσωπογραφία τοῦ Φιόντορ Ντοστογιέφσκι. 1872, ἐλαιογραφία, Πινακοθήκη Τρετιακόφ, Μόσχα. Πηγὴ εἰκόνας: Wikimedia Commons. Ἀρχικὴ πηγὴ εἰκόνας: Google Cultural Institute.

Ὑποσημειώσεις

  1. [Σ.τ.Μ.]:Χένρι Τόμας Μπούκλ: Ἄγγλος ἱστορικὸς καὶ ἀνθρωπολόγος (1821-1862), ποὺ στὸ ἔργο του Ἱστορία πολιτισμοῦ τῆς Ἀγγλίας ὑποστηρίζει ὅτι ὅταν ὁ πολιτισμὸς ἀναπτυχθεῖ θὰ σταματήσουν οἱ πόλεμοι. [↑]
  2. [Σ.τ.Μ.]:Τὸ 1864 διεξαγόταν πόλεμος ΓερμανίαςΔανίας γιὰ τὴν προσάρτηση τοῦ γερμανικοῦ αὐτοῦ δουκάτου. [↑]
  3. [Σ.τ.Μ.]:Στένκα Ράζιν: ὁ ἡγέτης τοῦ ἀγροτικοῦ πολέμου στὴ Ρωσία τὸ 1667-1671, ποὺ τέλειωσε μὲ ἥττα τῶν ἀγροτῶν καὶ ἀποκεφαλισμό του. Ἀττίλας: Σκύθης πολέμαρχος, διαβόητος γιὰ τὶς ἀγριότητές του. [↑]
  4. [Σ.τ.Μ.]:Σχετικὸ ἀπόφθεγμα τοῦ Γάλλου φιλόσοφου Ντιντερὸ στὸ ἔργο Συζητήσεις Νταλαμπὲρ καὶ Ντιντερό (1769). [↑]
  5. [Σ.τ.Μ.]:Σχόλιο στὸ ἔργο τοῦ Ν. Γ. Τσερνισέφσκι, Τί νὰ κάνουμε;, καὶ συγκεκριμένα στὸ τέταρτο ὄνειρο τῆς ἡρωίδας του, Βέρας Πάβλοβνα, γιὰ μιὰ μελλοντικὴ «ἰδανικὴ» κοινωνία. [↑]
  6. [Σ.τ.Μ.]:Στὴ ρωσικὴ λαϊκὴ παράδοση, τὸ πουλὶ ποὺ φέρνει τὴν εὐτυχία. [↑]